αναγορεύεται

αναγορεύεται
e's nomenat

Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἀναγορεύεται — ἀναγορεύω proclaim publicly pres ind mp 3rd sg ἀναγορεύω proclaim publicly pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • Ερωτόκριτος — Τίτλος πολύστιχου αφηγηματικού ποιήματος, μιας ερωτικής μυθιστορίας, συνθέτης του οποίου είναι –σύμφωνα με μόνη πληροφορία του επιλόγου του– ο Βιτσέντζος Κορνάρος από τη Σητεία της Κρήτης. Αποτελείται από 10.052 ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους… …   Dictionary of Greek

  • Λύβιστρος και Ροδάμνη — Έμμετρο μεσαιωνικό μυθιστόρημα ρομαντικού περιεχομένου, αγνώστου συγγραφέα. Αποτελείται από 3.841 ανομοιοκατάληκτους δεκαπεντασύλλαβους στίχους και ανήκει στον κύκλο των βυζαντινών ερωτικών μυθιστορημάτων του 12ου 13ου αι. Έχει παραδοθεί επίσης… …   Dictionary of Greek

  • Χατζιδάκις, Γεώργιος — (Μύρθιο, Κρήτη 1848 – Αθήνα 1941). Έλληνας γλωσσολόγος. Αδελφός του Ιωάννη X., ενώ τελείωσε την εγκύκλια μόρφωση του στα 25 του χρόνια (1873), οι λαμπρές πανεπιστημιακές σπουδές του (1873 77) στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”